Προσφυγικές εγκαταστάσεις στη Νεάπολη, Βοΐου Κοζάνης
Η Νεάπολη Κοζάνης σε φωτογραφία του 1918http://el.wikipedia.org |
Το 1923, με τη Συνθήκη της Λοζάνης, η ο ποια είχε γίνει αμοιβαία αποδεκτή από το Ελληνικό και Τουρκικό κράτος, αποφασίζετε η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ των δύο χωρών.
Η αμοιβαία ανταλλαγή είχε πρωτοσυζητηθεί ήδη το 1914 και το 1919, αλλά λόγω των εμπόλεμων καταστάσεων που λάμβαναν χώρα δεν είχε διαμορφωθεί μέχρι τότε η τελική μορφή της. Η σύμβαση μεταξύ των δυο κρατών υπογράφεται υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών και επιβάλλεται, η υποχρεωτική μετακίνηση των ελληνορθόδοξων της Τουρκίας και των μουσουλμάνων της Ελλάδας με μόνο κριτήριο τη θρησκεία.
Οι ανταλλάξιμοι πληθυσμοί που εντάσσονται στο καθεστώς της σύμβασης, χάνουν αυτόματα το δικαίωμα επιστροφής στις οικείες τους ενώ ταυτόχρονα αποκτούν, αυτοδίκαια, την ιθαγένεια του κράτους εγκατάστασης τους.
Ωστόσο από τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της ανταλλαγής, εξαιρούνται οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου και ένα χρόνο αργότερα εντάσσονται, στο καθεστώς εξαίρεσης και οι μουσουλμάνοι αλβανικής καταγωγής που ζουν στην Ελλάδα[1].
Στην Επαρχία Ανασελίτσας την περίοδο αυτή οι μουσουλμάνοι ανταλλάξιμοι κάτοικοι ανέρχονται σύμφωνα με τον Πελαγίδη στις 6.635 κατοίκους, οι οποίοι κατοικούν σε αμιγείς ή μικτούς οικισμούς και ανταλλάσσονται σε δυο στάδια[2].
Αξίζει να αναφέρουμε ωστόσο ότι " στις περιοχές Καϊλαρίων, Ανασελίτσας και Γρεβενών, ο τούρκικος πληθυσμός δεν αναμένει την υπογραφή της συμβάσεως και αναχωρεί από τα σπίτια του, πωλώντας τα υπάρχοντα του"[3] πολύ νωρίτερα.
Οι οικισμοί, οι οποίοι αποτελούσαν τόπο κατοίκησης των μουσουλμανικών πληθυσμών, γίνονται και οι τόποι υποδοχής των ανταλλάξιμων ελληνορθόδοξων προσφύγων της Τουρκίας.
Έτσι, στο οικιστικό σύνολο της Επαρχίας εγκαθίστανται 5.161 πρόσφυγες με οικισμούς υποδοχής: τους Αγίους Αναργύρους, τον Αγιο Θεόδωρο, την Ανθούσα, το Ανθοχώρι, την Ασπρούλα, την Αχλαδέα, τη Βροντή, τη Γλυκοκερασέα, το Διχείμαρρο, τη Δραγασιά, το Καλονέρι, την Κλεισώρεια, το Κοιλάδι, το Λευκάδι, τη Λεύκη, το Μελιδόνι, το Μεσόλογγο, το Μεσοπόταμο, τη Μολόχα, τη Νέα Σπάρτη, τη Νεάπολη, το Νόστιμο, την Ομαλή, την Πεπονιά, την Πλατανιά, το Πυλωρί, το Σήμαντρο, το Σταυροδρόμι, το Τσοτύλι και το Χειμερινό. Αξίζει να αναφέρουμε ότι οικίζονται αποκλειστικά από πρόσφυγες, χωρίς την παρουσία γηγενούς πληθυσμού, αναδημιουργούνται ουσιαστικά, οι οικισμοί Βροντή, Πλατανιά και Λευκάδι, ενώ μπορούν να χαρακτηριστούν αμιγείς προσφυγικοί και οι οικισμοί Σταυροδρόμι, Πυλωρή, Αγιοι Ανάργυροι, Αχλαδέα, Γλυκοκερασέα, Μολόχα και Μεσοπόταμος λόγω του μεγάλου ποσοτικά και συγκριτικά με την απογραφή του 1920 αριθμού προσφύγων που δέχονται .
Στη Νεάπολη, στον οικισμό Λειαψίστης, την ίδια περίοδο σύμφωνα με την απογραφή της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων εγκαθίστανται 242 οικογένειες, 948 πρόσφυγες, προερχόμενες από 29 διαφορετικούς οικισμούς.
Συγκεκριμένα
από το Ακ Πουνάρ 56 οικογένειες, 208 πρόσφυγες,
από το Δερμετζήκ Δαρδανελλίων 55 οικογένειες, 221 πρόσφυγες,
από το Δερμετζήκ Προύσσης 7 οικογένειες, 28 πρόσφυγες,
από την Ίμερα 50 οικογένειες, 199 πρόσφυγες,
από την Τραπεζούντα 13 οικογένειες, 42 πρόσφυγες,
από την Κρώμνη 10 οικογένειες, 43 πρόσφυγες,
από το Ματαρτζήκ Καρς 8 οικογένειες, 29 πρόσφυγες,
από την Κίο 6 οικογένειες, 22 πρόσφυγες,
από το Γενί Σεχήρ 4 οικογένειες 16 πρόσφυγες,
από το Παμουτσάκ 4 οικογένειες, 13 πρόσφυγες,
από την Αργυρούπολη 3 οικογένειες, 13 πρόσφυγες,
από την Αρτάκη 3 οικογένειες 16 πρόσφυγες,
από τα Μουδανιά 3 οικογένειες, 10 πρόσφυγες,
από το Αγρίδ 2 οικογένειες, 7 πρόσφυγες,
από το Δικελή 2 οικογένειες, 12 πρόσφυγες,
από τα Μνάλια 2 οικογένειες, 5 πρόσφυγες,
από τον Πάνορμο 2 οικογένειες, 13 πρόσφυγες και τέλος
από μια οικογένεια ως δηλωμένο τόπο καταγωγής, προέλευση, παρουσιάζουν οι οικισμοί Αϊβαλί, Κωνσταντινούπολη, Ζυντούντηρα ή Ζεντουντηρα Καισαρείας, Καδίκιοι, Μάδυτος Θράκης Καλλιπόλεως, Μάλ τεπε Νικομήδειας, Νίγδη Ικονίου, Ξάργος Σιλυβρίας, Σεβτίκιοι Σμύρνης, Σμύρνη,
Στράντζα Θράκης, Χοτζίκ Τραπεζούντας[4] (οι ονομασίες των οικισμών καταγωγής ακολουθούν την αναφορά και τη γραμματική του πρωτοτύπου).
Αριάδνη Αντωνιάδου, Πολιτισμιόλογος, Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας, Τομέα Λαογραφίας, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
-----------------------------------------------------
«Η τελευταία λειτουργία στην αξέχαστη Ίμερα»
Από την Ιστόρηση του Παναγιώτη Γ. Τανιμανίδη μεταφέρουμε ένα απόσπασμα, που αναφέρεται ακριβώς στο γεγονός μεταφοράς των ιερών κειμηλίων και εικόνων από την Ίμερα στη Νεάπολη.
«Η τελευταία λειτουργία στην αξέχαστη Ίμερα»
Στις 5 Ιανουαρίου 1924 είχε φθάσει η διαταγή της τουρκικής κυβέρνησης που έλεγε: «Μέσα σε τρείς μέρες οφείλουν οι χωρικοί να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και να φύγουν». Αρχίζει η μοιραία Ανταλλαγή.
Εκείνο το βράδυ του Ιανουαρίου αναστατώθηκε το χωριό μας, η αξέχαστη Ίμερα. Κάποια ώρα περικύκλωσε το χωριό μας ένα σύνταγμα τουρκικού στρατού. Ο Τούρκος συνταγματάρχης φώναξε τον πατέρα μου, τον παπά Γιώργη, μοναδικό τότε εφημέριο της Ίμερας και του είπε: «Παπάζ εφέντη, έμαθα ότι αύριο έχετε τη γιορτή των Φώτων και ότι θα χτυπήσεις την καμπάνα στις 12 τα μεσάνυχτα. Σου πληροφορώ ότι απαγορεύεται. Θα χτυπήσεις την καμπάνα στις 6 το πρωί.»
Ο μακαρίτης ο πατέρας μου, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του, του είπε: «Πίνπαση εφέντη, εγώ πρέπει να κάνω αυτό που γινότανε αιώνες τώρα και εσύ κάνε ό,τι νομίζεις, βάλε με στα έξι μέτρα!»
Ο συνταγματάρχης τον κοίταξε αγριεμένος, σκέφτηκε λίγο και του είπε: Πήγαινε, κάνε ό,τι καταλαβαίνεις.
Το χιόνι είχε φτάσει στο ένα μέτρο σχεδόν, γιαυτό άντρες και νέοι άνοιξαν το δρόμο που οδηγούσε στην εκκλησία. Ανεβήκαμε στο καμπαναριό και στις 12 τα μεσάνυχτα αρχίσαμε να χτυπούμε τις καμπάνες της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ήταν η τελευταία φορά που χτυπούσαμε τις καμπάνες της Παναγίας, σ' εκείνη την τελευταία λειτουργία της εορτής των Θεοφανείων του 1924. Την ώρα που εγώ και ο μεγαλύτερος αδελφός μου ο Δημήτρης ψέλναμε το Χερουβικό, μπήκε στην εκκλησία ο Τούρκος συνταγματάρχης μ' όλο το επιτελείο του. Πήρανε και ανάψανε κεριά μπροστά στους χριστιανούς που δεν πίστευαν στα μάτια τους. Μετά τη Θεία Λειτουργία έγινε ο Μέγας Αγιασμός. Δέχτηκαν να φωτιστούν και μετά φύγανε. Ο Παπα Γιώργης συγκινήθηκε από τη στάση του συνταγματάρχη και πριν φύγει του έδωσε το ρολόγι της εκκλησίας, μεγάλης αξίας. Ο Τούρκος διοικητής ευχαριστήθηκε πολύ με το δώρο και ενώ ήταν διαταγή να φύγουμε σε τρεις μέρες, έδωσε άδεια να μείνουμε δεκαπέντε μέρες και να πάρουμε ό,τι μπορούσαμε. « Πάρε, Παπάζ' εφέντη, ό,τι θέλεις από τις εκκλησίες και δεν πρόκειται να σε πειράξει κανένας». Τότε άκουσα τον πατέρα μου να λέει: Αυτοί οι άνθρωποι σίγουρα κρυπτοχριστιανοί είναι.
Ως τόσο, έπρεπε να μην αφήσουμε να βεβηλωθούν ορισμένα εκκλησιαστικά κειμήλια. Κατεβήκαμε στην εκκλησία της Παναγίας και κατεβάσαμε με δάκρυα στα μάτια και φόβο Θεού, τις δεσποτικές εικόνες, ένα μικρό πολυέλαιο και καντήλες.. .Μέσα στα κειμήλια που δεματοποιήσαμε βάλαμε και μιά μικρή καμπάνα, αδυναμία δική μου και του αδελφού μου. Αυτή η καμπάνα με τις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου της Παναγίας βρίσκονται στον Άγιο Γεώργιο της Νεάπολης Κοζάνης, όπου έχουν εγκατασταθεί πολλές οικογένειες από την Ιμέρα.
πηγη: lyk-neapol.koz.sch.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΕΒΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΑΠΟΨΗ